Wordlist for CEFR B1 - Expand Your Greek Vocabulary

Picture
Word
Transcription
Part of speech
Meaning
Word

Word

άβολος

Transcription

ˈavolos

Part of speech

Adjective

Meaning

Δεν νιώθεις άνετα ή χαλαρά.

Word

Word

άγαλμα

Transcription

/ˈaɣalma/

Part of speech

Noun

Meaning

Μια σκαλιστή ή χυτή φιγούρα ανθρώπου ή ζώου

Word

Word

αγνοώ

Transcription

aɣnoˈo

Part of speech

Verb

Meaning

Δεν δίνω προσοχή σε

Word

Word

αγώνας

Transcription

aˈɣonas

Part of speech

Noun

Meaning

Ο αθλητισμός του ανταγωνισμού

Word

Word

αδειάζω

Transcription

aˈðiazɔ

Part of speech

Verb

Meaning

Να αφαιρέσω όλα τα περιεχόμενα από κάτι

Word

Word

άδικος

Transcription

ˈaðikos

Part of speech

Adjective

Meaning

Όχι δίκαιος ή ίσος

Word

Word

αθώος

Transcription

aˈθo.os

Part of speech

Adjective

Meaning

Δεν είναι ένοχος για έγκλημα

Word

Word

αίτημα

Transcription

ˈetima

Part of speech

Verb

Meaning

Να πεις ότι κάτι είναι αλήθεια

Word

Word

αίτηση

Transcription

ˈetisi

Part of speech

Noun

Meaning

Μια επίσημη αίτηση για κάτι

Word

Word

ακαδημαϊκός

Transcription

akademiˈkɔs

Part of speech

Adjective

Meaning

σχετικός με την εκπαίδευση ή τη μάθηση

Word

Word

ακολούθοι

Transcription

akoloˈði

Part of speech

Noun

Meaning

ομάδα υποστηρικτών

Word

Word

άκρη

Transcription

ˈakri

Part of speech

Noun

Meaning

Το εξωτερικό ή το πιο απομακρυσμένο σημείο κάποιου πράγματος

Word

Word

ακτή

Transcription

akˈti

Part of speech

Noun

Meaning

η γη δίπλα σε ποτάμι ή λίμνη

Word

Word

αλεύρι

Transcription

alevri

Part of speech

Noun

Meaning

Σκόνη από σιτάρι

Word

Word

αλήθεια

Transcription

aliˈθia

Part of speech

Noun

Meaning

τα πραγματικά γεγονότα για κάτι

Word

Word

αλκοόλ

Transcription

al.koˈol

Part of speech

Noun

Meaning

Ένα υγρό που μπορεί να μεθύσει τους ανθρώπους

Word

Word

αλκοολικός

Transcription

al.ko.liˈkɔs

Part of speech

Adjective

Meaning

Σχετικός με το αλκοόλ

Word

Word

αλλάζω

Transcription

aˈlazo

Part of speech

Verb

Meaning

Να αλλάξω κάτι

Word

Word

άλμα

Transcription

ˈalma

Part of speech

Noun

Meaning

Μια πράξη άλματος στον αέρα.

Word

Word

άλμπουμ

Transcription

ˈal.bum

Part of speech

Noun

Meaning

Συλλογή μουσικής ή φωτογραφιών