Λίστα λέξεων για CEFR Business - Εμπλουτίστε το Κροατικά λεξιλόγιό σας

Εικόνα
Λέξη
Απομαγνητοφώνηση
Μέρος του λόγου
Σημασία
Word

Λέξη

automatizacija

Απομαγνητοφώνηση

ˌautomaˈtizatsija

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Korištenje strojeva za rad umjesto ljudi

Word

Λέξη

automatizacija radnih procesa

Απομαγνητοφώνηση

ˌautomaˈtizatsija ˈradnɪx prɔˈtseːs

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Korištenje tehnologije za automatsko obavljanje radnih procesa

Word

Λέξη

autorsko pravo

Απομαγνητοφώνηση

ˈautorsko ˈpravo

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Pravo na kontrolu korištenja kreativnog djela

Word

Λέξη

ažuriranje

Απομαγνητοφώνηση

ˌaʒuˈriɲa

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Promjene ili nove informacije o nečemu

Word

Λέξη

bonus

Απομαγνητοφώνηση

ˈbɔ.nus

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Dodatni iznos novca ili nagrada

Word

Λέξη

brendiranje

Απομαγνητοφώνηση

brɛndɪrɑɲe

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Stvaranje imena ili slike za proizvod

Word

Λέξη

cilj

Απομαγνητοφώνηση

tsilj

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

objekt ili cilj na koji se usmjeravamo

Word

Λέξη

cilj

Απομαγνητοφώνηση

tsilj

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Cilj ili svrha

Word

Λέξη

cilj

Απομαγνητοφώνηση

tsilj

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

nešto što želiš postići

Word

Λέξη

ciljana publika

Απομαγνητοφώνηση

ˈtsiljana ˈpublika

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Specifična grupa ljudi kojoj je proizvod namijenjen.

Word

Λέξη

ciljati

Απομαγνητοφώνηση

ˈtsiljati

Μέρος του λόγου

Verb

Σημασία

usmjeriti se na nešto

Word

Λέξη

ciljevi

Απομαγνητοφώνηση

ˈtsiljɛvi

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Ciljevi koje želite postići

Word

Λέξη

ciljevi

Απομαγνητοφώνηση

ˈtsiljɛvi

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

stvari koje želiš postići

Word

Λέξη

CRM sustavi

Απομαγνητοφώνηση

sustaʋi

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Softver za upravljanje odnosima s kupcima

Word

Λέξη

daljinski rad

Απομαγνητοφώνηση

dalˈjiːnski rad

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Rad od mjesta koje nije ured

Word

Λέξη

delegacija

Απομαγνητοφώνηση

deˈleɡatsija

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

grupa ljudi izabrana da predstavlja druge

Word

Λέξη

diferencijacija

Απομαγνητοφώνηση

difeˈrent͡sijaːˈt͡sija

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

proces pravljenja nečega različitim

Word

Λέξη

digitalna transformacija

Απομαγνητοφώνηση

ˈdɪdʒɪtʃalna trɑnsfɔrmɑˈtsija

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Korištenje tehnologije za promjenu načina na koji posao funkcionira.

Word

Λέξη

dijeli

Απομαγνητοφώνηση

ˈdijeli

Μέρος του λόγου

Verb

Σημασία

Dati dio nečega nekome drugome

Word

Λέξη

dijeljenje datoteka

Απομαγνητοφώνηση

dijɛˈlʲɛɲɛ dɑtɔˈtɛkɑ

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Praktika dijeljenja datoteka