Λίστα λέξεων για CEFR Science-and-research - Εμπλουτίστε το Κροατικά λεξιλόγιό σας

Εικόνα
Λέξη
Απομαγνητοφώνηση
Μέρος του λόγου
Σημασία
Word

Λέξη

adaptacija

Απομαγνητοφώνηση

adapˈt͡sija

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Promjena napravljena da se prilagodi novoj situaciji

Word

Λέξη

alel

Απομαγνητοφώνηση

aˈlɛl

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Verzija gena

Word

Λέξη

algebra

Απομαγνητοφώνηση

ˈal.ɡe.bra

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Grana matematike koja koristi slova za brojeve

Word

Λέξη

algoritmi

Απομαγνητοφώνηση

ˈalgoritimi

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Metode korak po korak za rješavanje problema

Word

Λέξη

amplituda

Απομαγνητοφώνηση

ampliˈtuda

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Visina vala

Word

Λέξη

analiza

Απομαγνητοφώνηση

analiːza

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Proces proučavanja nečega pažljivo

Word

Λέξη

analiza podataka

Απομαγνητοφώνηση

anɐˈliza pɔˈdatakɐ

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Proces ispitivanja podataka kako bi se pronašle korisne informacije

Word

Λέξη

anatomija

Απομαγνητοφώνηση

anatomija

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

studija o strukturi živih bića

Word

Λέξη

ankete

Απομαγνητοφώνηση

anˈkete

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Pitanja postavljena za prikupljanje informacija

Word

Λέξη

antropologija

Απομαγνητοφώνηση

ˌantropoˈloɡija

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Studij ljudi i njihovih kultura

Word

Λέξη

apstraktan

Απομαγνητοφώνηση

apstraˈktan

Μέρος του λόγου

Adjective

Σημασία

nejasan ili neodređen

Word

Λέξη

aritmetika

Απομαγνητοφώνηση

aritˈmɛtika

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Grana matematike koja se bavi brojevima

Word

Λέξη

asteroid

Απομαγνητοφώνηση

ˈastɛroid

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Malo kameno tijelo koje orbitira oko sunca

Word

Λέξη

astrofizika

Απομαγνητοφώνηση

astrɔˈfizika

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Studij zvijezda i svemira

Word

Λέξη

astronaut

Απομαγνητοφώνηση

ˈastronaut

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Osoba obučena za putovanje u svemir

Word

Λέξη

astronomija

Απομαγνητοφώνηση

astrɔˈnɔmija

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Studij zvijezda i svemira

Word

Λέξη

atmosfera

Απομαγνητοφώνηση

/atmoˈsfɛra/

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

zrak oko nas ili osjećaj mjesta

Word

Λέξη

atom

Απομαγνητοφώνηση

ˈatom

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

najmanji deo elementa

Word

Λέξη

automatizacija

Απομαγνητοφώνηση

ˌautomaˈtizatsija

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Korištenje strojeva za rad umjesto ljudi

Word

Λέξη

baza

Απομαγνητοφώνηση

ˈbaza

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

donji dio nečega