Λίστα λέξεων για CEFR Marketing-and-advertising - Εμπλουτίστε το Κροατικά λεξιλόγιό σας

Εικόνα
Λέξη
Απομαγνητοφώνηση
Μέρος του λόγου
Σημασία
Word

Λέξη

kreativni direktor

Απομαγνητοφώνηση

krɛˈa.tiv.ni diˈrɛktɔr

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Osoba koja vodi kreativni tim u tvrtki

Word

Λέξη

krizna komunikacija

Απομαγνητοφώνηση

ˈkɾizna kɔmunikatsija

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Način dijeljenja informacija tijekom teške situacije

Word

Λέξη

kupac persona

Απομαγνητοφώνηση

ˈkupats pɛrˈsoːna

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Detaljan opis tipičnog kupca

Word

Λέξη

lajkovi

Απομαγνητοφώνηση

lajˈkɔʋi

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Način za pokazivanje odobravanja ili uživanja na društvenim mrežama

Word

Λέξη

letci

Απομαγνητοφώνηση

ˈlɛt͡si

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Tiskani papiri za oglašavanje

Word

Λέξη

ličnost branda

Απομαγνητοφώνηση

ˈlitʃnɔst ˈbranda

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Ljudske osobine branda

Word

Λέξη

link za praćenje

Απομαγνητοφώνηση

lɪŋk za ˈpraʧɛɲe

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Poseban web link koji pomaže u praćenju klikova i posjeta.

Word

Λέξη

logo

Απομαγνητοφώνηση

ˈlɔɡo

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Simbol za tvrtku

Word

Λέξη

lojalnost

Απομαγνητοφώνηση

/loˈjalnost/

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Kvaliteta biti lojalan

Word

Λέξη

lojalnost prema marki

Απομαγνητοφώνηση

loˈjalnost ˈprɛma ˈmarki

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Kada kupci stalno kupuju od iste marke

Word

Λέξη

makete

Απομαγνητοφώνηση

maˈkete

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Vizualni dizajni proizvoda

Word

Λέξη

mali oglasi

Απομαγνητοφώνηση

mâli oɡlâsi

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Odeljci u novinama za oglase

Word

Λέξη

marka

Απομαγνητοφώνηση

ˈmâr.kâ

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Vrsta proizvoda koju proizvodi određena tvrtka

Word

Λέξη

marketing

Απομαγνητοφώνηση

ˈmɑr.kɛ.tɪŋ

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Akcija promoviranja i prodaje proizvoda ili usluga

Word

Λέξη

marketing aplikacija

Απομαγνητοφώνηση

ˈmɑr.kɛ.tɪŋ ɑˈplɪ.kɑ.t͡sijɑ

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Proces promocije mobilnih aplikacija za povećanje preuzimanja i korištenja

Word

Λέξη

marketing na društvenim mrežama

Απομαγνητοφώνηση

ˈmɑr.kɛ.tɪŋ nɑ ˈdruːʃ.tʋe.nim ˈmrɛ.ʒɑ.mɑ

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Korištenje društvenih mreža za prodaju proizvoda

Word

Λέξη

marketing na tražilicama

Απομαγνητοφώνηση

ˈmɑr.kɛ.tɪŋ nɑ trɑːʒɪ.lɪ.t͡sɑ.mɑ

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Promocija web stranica kako bi se bolje vidjele u rezultatima pretraživanja

Word

Λέξη

marketing od vrata do vrata

Απομαγνητοφώνηση

ˈmɑr.kɛ.tɪŋ ɔd ˈvrɑ.tɑ dɔ ˈvrɑ.tɑ

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Način prodaje proizvoda odlaskom do kuća

Word

Λέξη

marketing preporuka

Απομαγνητοφώνηση

ˈmɑr.kɛ.tɪŋ prɛ.pɔˈrʊ.kɑ

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Strategija koja potiče kupce da preporuče posao.

Word

Λέξη

marketing sadržaja

Απομαγνητοφώνηση

ˈmɑr.kɛ.tɪŋ ˈsæ.dʒɪ.jɑ

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Stvaranje i dijeljenje sadržaja za privlačenje kupaca