Λίστα λέξεων για CEFR Marketing-and-advertising - Εμπλουτίστε το Κροατικά λεξιλόγιό σας
Λέξη
besplatna dostava
Απομαγνητοφώνηση
bɛsˈplatna dɔsˈtava
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Nema troškova za slanje proizvoda kupcima
Λέξη
bijela knjiga
Απομαγνητοφώνηση
ˈbijeːla ˈkɲiga
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Detaljno izvješće o određenoj temi
Λέξη
bilteni
Απομαγνητοφώνηση
bilˈte.ni
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Redovita ažuriranja koja se šalju pretplatnicima o temi
Λέξη
blog
Απομαγνητοφώνηση
blɔɡ
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Web stranica na kojoj netko dijeli misli
Λέξη
brand ambasador
Απομαγνητοφώνηση
brænd ambasador
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Osoba koja promiče marku
Λέξη
brendirajući resursi
Απομαγνητοφώνηση
ˈbrɛndiraːjuːt͡ɕi ˈrɛsursi
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Stvari koje predstavljaju brend, poput logotipa i boja
Λέξη
brendirani sadržaj
Απομαγνητοφώνηση
ˈbrɛndɪrani ˈsædr̩ʒaj
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Sadržaj stvoren za promociju brenda
Λέξη
brendiranje
Απομαγνητοφώνηση
brɛndɪrɑɲe
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Stvaranje imena ili slike za proizvod
Λέξη
brošura
Απομαγνητοφώνηση
broˈʃure
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Tiskani papiri koji daju informacije o nečemu
Λέξη
brzina učitavanja stranice
Απομαγνητοφώνηση
brzina uːˈʧitavanjɐ ˈstranɪt͡se
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Koliko brzo se učitava web stranica
Λέξη
Canva
Απομαγνητοφώνηση
ˈkan.va
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Alat za grafički dizajn koji se koristi za izradu slika i rasporeda
Λέξη
cijena
Απομαγνητοφώνηση
tsijena
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Iznos novca potreban za kupnju nečega
Λέξη
cijena po kliku
Απομαγνητοφώνηση
ˈt͡sijena pɔ ˈkliku
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Iznos novca koji se plaća svaki put kada netko klikne na oglas
Λέξη
ciljana publika
Απομαγνητοφώνηση
ˈtsiljana ˈpublika
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Specifična grupa ljudi kojoj je proizvod namijenjen.
Λέξη
ciljevi kampanje
Απομαγνητοφώνηση
ˈtsiljɛvi kɑmˈpɑɲɛ
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Ciljevi postavljeni za marketinšku kampanju
Λέξη
članak
Απομαγνητοφώνηση
/ˈtʃlanak/
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Dio pisanja u novinama ili časopisu
Λέξη
copywriter
Απομαγνητοφώνηση
ˈkɔpiraɪtər
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Osoba koja piše tekstove za oglašavanje
Λέξη
demografija
Απομαγνητοφώνηση
dɛmoˈɡrafija
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Podaci o grupama ljudi, poput dobi i prihoda
Λέξη
diferencijacija
Απομαγνητοφώνηση
difeˈrent͡sijaːˈt͡sija
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
proces pravljenja nečega različitim
Λέξη
digitalni marketing
Απομαγνητοφώνηση
ˈdɪdʒɪtəlni ˈmɑrkɛtɪŋ
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Promocija proizvoda na mreži