Λίστα λέξεων για CEFR Legal-and-law - Εμπλουτίστε το Κροατικά λεξιλόγιό σας
Λέξη
zabrana putovanja
Απομαγνητοφώνηση
ˈzabrana puˈtovanja
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Pravilo koje sprječava ljude da putuju
Λέξη
zadržavanje
Απομαγνητοφώνηση
zǎdr̩ʒaʋaɲe
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Radnja ne davanja nečega
Λέξη
zagovaranje
Απομαγνητοφώνηση
zaɡoˈvaːraɲe
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Podrška za uzrok ili politiku
Λέξη
zakon
Απομαγνητοφώνηση
ˈzakon
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Pravila koja donosi vlada
Λέξη
zakon
Απομαγνητοφώνηση
ˈzakoni o zoniraɲu
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Propisi o korištenju zemljišta
Λέξη
zakonodavstvo
Απομαγνητοφώνηση
zakonodavstvo
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Zakoni koje donosi vlada
Λέξη
zakon o najmu
Απομαγνητοφώνηση
ˈzâːkɔn ɔ nâjmu
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Zakon o odnosu između najmodavaca i najmoprimaca
Λέξη
zakon o privatnosti
Απομαγνητοφώνηση
ˈzakon o priˈvatnosti
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Zakon koji štiti osobne informacije
Λέξη
zakon o vlasništvu
Απομαγνητοφώνηση
ˈzakon o ˈvlaʃniʃtvu
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Zakon o posjedovanju i korištenju imovine
Λέξη
zapis
Απομαγνητοφώνηση
ˈzapis
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Komad informacija koji je zapisan ili pohranjen
Λέξη
zapisati
Απομαγνητοφώνηση
ˈzapisati
Μέρος του λόγου
Verb
Σημασία
Zapisati ili sačuvati informacije
Λέξη
zatvor
Απομαγνητοφώνηση
zatvor
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
biti u zatvoru
Λέξη
zavjera
Απομαγνητοφώνηση
zǎvjera
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Tajni plan za nešto loše
Λέξη
zelena karta
Απομαγνητοφώνηση
ˈzɛlɛna ˈkarta
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Dokument koji omogućuje osobi da živi i radi u SAD-u trajno
Λέξη
žiri
Απομαγνητοφώνηση
/ˈʒiri/
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Grupa ljudi koja odlučuje o nečijoj krivnji.
Λέξη
zločin
Απομαγνητοφώνηση
/ˈzlo.tʃin/
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
čin koji je protiv zakona
Λέξη
zviždač
Απομαγνητοφώνηση
zʋiˈʒdaʧ
Μέρος του λόγου
Noun
Σημασία
Osoba koja prijavljuje nezakonite aktivnosti