Λίστα λέξεων για CEFR Finance-and-accounting - Εμπλουτίστε το Κροατικά λεξιλόγιό σας

Εικόνα
Λέξη
Απομαγνητοφώνηση
Μέρος του λόγου
Σημασία
Word

Λέξη

elektronički prijenos sredstava (EFT)

Απομαγνητοφώνηση

ɛlɛkˈtroniːtʃki ˈprijɛnos ˈsɾɛdstaʋa

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Način za premještanje novca između bankovnih računa putem računala

Word

Λέξη

ERP sustavi

Απομαγνητοφώνηση

ɛr pɛ ˈsustavi

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Softver koji pomaže u upravljanju poslovnim procesima

Word

Λέξη

ETF (fondovi kojima se trguje na burzi)

Απομαγνητοφώνηση

ɛt ɛf

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Investicijski fondovi koji se trguju na burzama

Word

Λέξη

etički standardi

Απομαγνητοφώνηση

ˈetɪtʃki ˈstandardi

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Pravila o tome što je ispravno i pogrešno u poslovanju

Word

Λέξη

fakturiranje

Απομαγνητοφώνηση

fakturiraɲe

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Proces izrade računa

Word

Λέξη

fiksni prihod

Απομαγνητοφώνηση

ˈfiks.ni ˈpri.ɦod

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Novac zarađen po fiksnoj stopi, kao od obveznica

Word

Λέξη

fiksni troškovi

Απομαγνητοφώνηση

fiksni 'troʃkɔvi

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Troškovi koji se ne mijenjaju bez obzira na razinu proizvodnje.

Word

Λέξη

financije

Απομαγνητοφώνηση

/fiˈnɑn.t͡si.je/

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Upravljanje novcem

Word

Λέξη

financijska nadzorna ploča

Απομαγνητοφώνηση

finanˈtʃiʃka ˈnadzorna ˈploːtʃa

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Vizualni alati koji prikazuju ključne financijske podatke

Word

Λέξη

financijski API

Απομαγνητοφώνηση

finanˈt͡siːski ˈeɪpiːaɪ

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Alati koji pomažu softveru da dijeli financijske podatke

Word

Λέξη

financijski izvještaj

Απομαγνητοφώνηση

finanˈtʃiːski ˈizʋjeʃtaj

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Izvještaj koji pokazuje financijsko stanje tvrtke

Word

Λέξη

financijski omjeri

Απομαγνητοφώνηση

finanˈtʃiːski ˈomjeri

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Brojevi koji pokazuju odnos između različitih financijskih podataka

Word

Λέξη

financijsko modeliranje

Απομαγνητοφώνηση

finanˈt͡sijskɔ mɔˈdɛliraɲɛ

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Izrada prikaza financijskog učinka tvrtke

Word

Λέξη

financijsko otkrivanje

Απομαγνητοφώνηση

finanˈt͡sijskɔ ˈotkriʋaɲe

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Radnja dijeljenja financijskih informacija s javnošću

Word

Λέξη

financijsko planiranje

Απομαγνητοφώνηση

finanˈt͡sijskɔ ˈplaniraɲe

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Proces upravljanja financijama za postizanje ciljeva

Word

Λέξη

financiranje dugom

Απομαγνητοφώνηση

finanˈt͡siraɲe ˈduɡom

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Dobivanje novca zaduživanjem

Word

Λέξη

financiranje kapitalom

Απομαγνητοφώνηση

finanˈt͡siraɲe kaˈpitalom

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Prikupljanje novca prodajom dionica tvrtke

Word

Λέξη

financirati

Απομαγνητοφώνηση

/finanˈt͡siraːti/

Μέρος του λόγου

Verb

Σημασία

Osigurati novac za nešto

Word

Λέξη

fiskalna godina

Απομαγνητοφώνηση

fiskalna ˈɡodina

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Jednogodišnji period za financijsko izvještavanje

Word

Λέξη

fiskalna politika

Απομαγνητοφώνηση

fiskalna pɔˈlitika

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Vladine mjere o porezima i troškovima