Λίστα λέξεων για CEFR B2 - Εμπλουτίστε το Γαλλικά λεξιλόγιό σας

Εικόνα
Λέξη
Απομαγνητοφώνηση
Μέρος του λόγου
Σημασία
Word

Λέξη

abandonner

Απομαγνητοφώνηση

abandonne

Μέρος του λόγου

Verb

Σημασία

laisser quelque chose ou quelqu'un derrière

Word

Λέξη

abandonner

Απομαγνητοφώνηση

abɑ̃dɔne

Μέρος του λόγου

Verb

Σημασία

Laisser quelqu'un ou quelque chose derrière

Word

Λέξη

abordable

Απομαγνητοφώνηση

a.bɔʁ.dabl

Μέρος του λόγου

Adjective

Σημασία

pas trop cher

Word

Λέξη

abri

Απομαγνητοφώνηση

a.bʁi

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Un endroit qui offre une protection

Word

Λέξη

absolu

Απομαγνητοφώνηση

/ab.solu/

Μέρος του λόγου

Adjective

Σημασία

complet ou total

Word

Λέξη

absorber

Απομαγνητοφώνηση

ap.zɔʁ.be

Μέρος του λόγου

Verb

Σημασία

prendre ou absorber

Word

Λέξη

abstrait

Απομαγνητοφώνηση

abstʁɛ

Μέρος του λόγου

Adjective

Σημασία

pas clair ou précis

Word

Λέξη

accélérer

Απομαγνητοφώνηση

akselere

Μέρος του λόγου

Verb

Σημασία

Se déplacer rapidement

Word

Λέξη

accent

Απομαγνητοφώνηση

/ak.sɑ̃/

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

une manière de prononcer qui montre d'où vient une personne

Word

Λέξη

accent

Απομαγνητοφώνηση

ak.sɑ̃

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

Importance ou attention particulière accordée à quelque chose

Word

Λέξη

acceptable

Απομαγνητοφώνηση

/ak.sɛp.ta.bl/

Μέρος του λόγου

Adjective

Σημασία

Assez bon pour être utilisé

Word

Λέξη

accès

Απομαγνητοφώνηση

/ak.se/

Μέρος του λόγου

Verb

Σημασία

Atteindre ou obtenir quelque chose

Word

Λέξη

accidentellement

Απομαγνητοφώνηση

aksidɑ̃tɛl.mɑ̃

Μέρος του λόγου

Adverb

Σημασία

Par chance, pas intentionnellement

Word

Λέξη

acclamer

Απομαγνητοφώνηση

ak.le.me

Μέρος του λόγου

Verb

Σημασία

crier de joie ou d'encouragement

Word

Λέξη

accommoder

Απομαγνητοφώνηση

akɔmɔde

Μέρος του λόγου

Verb

Σημασία

fournir de l'espace ou de l'aide à quelqu'un

Word

Λέξη

accompagner

Απομαγνητοφώνηση

akɔ̃paɲe

Μέρος του λόγου

Verb

Σημασία

aller avec quelqu'un

Word

Λέξη

accomplir

Απομαγνητοφώνηση

akɔ̃pliʁ

Μέρος του λόγου

Verb

Σημασία

terminer ou réaliser quelque chose

Word

Λέξη

accorder

Απομαγνητοφώνηση

a.kɔʁ.de

Μέρος του λόγου

Verb

Σημασία

donner ou permettre

Word

Λέξη

accueillir

Απομαγνητοφώνηση

akœjiʁ

Μέρος του λόγου

Verb

Σημασία

Recevoir ou divertir des invités

Word

Λέξη

accuser

Απομαγνητοφώνηση

akyze

Μέρος του λόγου

Verb

Σημασία

Dire que quelqu'un a fait quelque chose de mal