Λίστα λέξεων για CEFR A2 - Εμπλουτίστε το Αμερικανικά Αγγλικά λεξιλόγιό σας

Εικόνα
Λέξη
Απομαγνητοφώνηση
Μέρος του λόγου
Σημασία
Word

Λέξη

ability

Απομαγνητοφώνηση

əˈbɪləti

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

The power or skill to do something

Word

Λέξη

able

Απομαγνητοφώνηση

/ˈeɪ.bəl/

Μέρος του λόγου

Adjective

Σημασία

Having the power or skill to do something

Word

Λέξη

about

Απομαγνητοφώνηση

əˈbaʊt

Μέρος του λόγου

Adverb

Σημασία

approximately or nearly

Word

Λέξη

above

Απομαγνητοφώνηση

əˈbʌv

Μέρος του λόγου

Adverb

Σημασία

in a higher place

Word

Λέξη

accept

Απομαγνητοφώνηση

ak-SEPT

Μέρος του λόγου

Verb

Σημασία

To agree to take something

Word

Λέξη

accident

Απομαγνητοφώνηση

ˈæksɪdənt

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

An unexpected event that causes harm

Word

Λέξη

according to

Απομαγνητοφώνηση

əˈkɔrdɪŋ tu

Μέρος του λόγου

Preposition

Σημασία

as stated by someone or something

Word

Λέξη

achieve

Απομαγνητοφώνηση

əˈtʃiv

Μέρος του λόγου

Verb

Σημασία

To successfully reach a goal

Word

Λέξη

across

Απομαγνητοφώνηση

əˈkrɔs

Μέρος του λόγου

Preposition

Σημασία

From one side to the other

Word

Λέξη

act

Απομαγνητοφώνηση

ækt

Μέρος του λόγου

Verb

Σημασία

To do something

Word

Λέξη

active

Απομαγνητοφώνηση

ˈæktɪv

Μέρος του λόγου

Adjective

Σημασία

Always doing something or moving

Word

Λέξη

actually

Απομαγνητοφώνηση

ˈækʧuəli

Μέρος του λόγου

Adverb

Σημασία

In fact, really

Word

Λέξη

adult

Απομαγνητοφώνηση

əˈdʌlt

Μέρος του λόγου

Adjective

Σημασία

Fully grown or developed

Word

Λέξη

advantage

Απομαγνητοφώνηση

ədˈvæntɪdʒ

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

A condition that makes something better or easier

Word

Λέξη

adventure

Απομαγνητοφώνηση

ədˈvɛntʃər

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

An exciting or unusual experience

Word

Λέξη

advertise

Απομαγνητοφώνηση

ˈædvərˌtaɪz

Μέρος του λόγου

Verb

Σημασία

To promote a product or service

Word

Λέξη

advertisement

Απομαγνητοφώνηση

ˌædvərˈtaɪzmənt

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

A public notice promoting something

Word

Λέξη

advertising

Απομαγνητοφώνηση

ˈædvərˌtaɪzɪŋ

Μέρος του λόγου

Noun

Σημασία

The activity of promoting products or services

Word

Λέξη

affect

Απομαγνητοφώνηση

əˈfɛkt

Μέρος του λόγου

Verb

Σημασία

To influence or make a change in something

Word

Λέξη

after

Απομαγνητοφώνηση

ˈæf.tɚ

Μέρος του λόγου

Conjunction

Σημασία

following in time